Ανάλωση κεφαλαίου. Άλλο η θεωρία και άλλο η πράξη…

Ο προσδιορισμός του κεφαλαίου προηγουμένων ετών αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια τον πονοκέφαλο όσων ασχολούνται με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (παλιά, κυρίως για λόγους πόθεν έσχες).
 Η δυσκολία στην εξεύρεση του, διαθέσιμου προς ανάλωση, κεφαλαίου έγκειται αφενός μεν στις διαφορετικές διατάξεις που ίσχυαν διαχρονικά, αφετέρου δε στις πολλαπλές παραμέτρους, που πρέπει να ληφθούν υπόψη, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να είναι ορθό. 


Επομένως, οι συνεχείς αλλαγές στο φορολογικό τοπίο δημιουργούν την ανάγκη για μια ιστορική/χρονολογική παρακολούθηση των όσων  ίσχυαν για τα τεκμήρια των δαπανών διαβίωσης.

Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου προηγουμένων ετών υπάρχουν πέντε περίοδοι αναφοράς: α) μέχρι το οικ. έτος 1978, β) από το οικ. έτος 1979 έως και το οικ. έτος 1988, γ) από το οικ. έτος 1989 έως και το οικ. έτος 1992, δ) από το οικ. έτος 1993 έως και το οικ. έτος 2010 και ε) από το οικ. έτος 2011 μέχρι και σήμερα.

Για την απόλυτη τεκμηρίωση του παρελθόντος του χρειάζεται κανείς να ανατρέξει στους τότε πίνακες του εντύπου Ε1 και  στα τότε  βιβλιαράκια οδηγιών, καθώς και σε εκατοντάδες ερμηνευτικές εγκυκλίους και αποφάσεις όπως και διοικητικές λύσεις (επίσης του παρελθόντος).     

Μόνο μια τόσο επεξεργασμένη και εμπεριστατωμένη υποβολή ανάλωσης κεφαλαίου μπορεί να προστατεύσει αποτελεσματικά τον φορολογούμενο πολίτη δεδομένου ότι ο φοροτέχνης συνάδελφος υπάλληλος της  Δ.Ο.Υ.  καλείται να ελέγξει κυρίως την ορθότητα και δεν οφείλει (δυστυχώς) να επιμεληθεί για  την πληρότητα. 

Η ανάλωση κεφαλαίου επανήλθε στην επικαιρότητα –για τον καθένα μας– και λόγω των αλλαγών που επήλθαν με τον ν. 3842/2010 στις αντικειμενικές δαπάνες (τεκμήρια) και τη μετέπειτα σημαντική αύξησή τους με τον ν. 3986/2011 αλλά κυρίως, μετά το ζήτημα που ανέκυψε στο τέλος του 2012 σχετικά με την υπόθεση των εμβασμάτων εξωτερικού  (για την περίοδο 2009 έως 2011).

Το θέμα, θα καταστεί, εκ νέου, φλέγον λόγω της πρόσφατης ΔΕΣ Α 1077357 ΕΞ 10.5.2013 για έμμεσες τεχνικές ελέγχου προσδιορισμού, πιθανώς, αποκρυβέντων εισοδημάτων (αμερικάνικοι έλεγχοι κλπ) αλλά και της επικείμενης δημιουργίας περιουσιολογίου, δεδομένης της ήδη γνωστής διάθεσης του ελληνικού δημοσίου για αναδρομική φορολόγηση του παρελθόντος μας...

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει, να θυμίσω, η  διάταξη (παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3888/2010)  σύμφωνα με την οποία:

«Σε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία, ο φορολογούμενος μπορεί να κληθεί να αποδείξει είτε την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσής της, είτε ότι φορολογείται από άλλες διατάξεις, είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη, προκειμένου αυτό να μην φορολογηθεί ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων της χρήσης κατά την οποία επήλθε η προσαύξηση»  και η εν συνεχεία ΠΟΛ.1095/29.4.2011, που κάνει δεκτό ότι «...για ορισμένες κατηγορίες επαγγελματιών των οποίων τα εισοδήματα παρελθόντων ετών έχουν προσδιοριστεί τεκμαρτά, ενώ τα πραγματικά εισοδήματά τους ήταν διαφορετικά, σε περίπτωση ελέγχου προσαύξησης περιουσίας,  μπορούν να λαμβάνονται υπόψη τα λογιστικά κέρδη τους εφόσον είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών...».

Επομένως, αλλιώς  υπολογίζεται το κεφάλαιο προηγουμένων ετών για την κάλυψη τεκμηρίων και αλλιώς για τη δικαιολόγηση της προσαύξησης περιουσίας.

Η μοναδική μονογραφία-απόλυτο εργαλείο δουλειάς- επί του θέματος, που είχα την τιμή να είμαι Σύμβουλος Έκδοσης, είναι του εκλεκτού συναδέλφου λογιστή/φοροτέχνη  Κωνσταντίνου Δ. Γραβιά, με τίτλο «Ανάλωση κεφαλαίου. Θεωρία και πράξη», όπου και παραπέμπω οπωσδήποτε  για την ενδελεχή ανάλυση των διαλαμβανομένων.

Όλοι γνωρίζουν ότι αυτό που χαρακτηρίζει το φορολογικό μας σύστημα είναι η πολυπλοκότητα των επιμέρους διατάξεών και ο γνωστός πληθωρισμός νόμων.

Τελευταία μάλιστα, πριν καν στεγνώσει το μελάνι από τη θέσπιση κάποιας διάταξης νόμου, αυτή καταργείται ή τροποποιείται με αποτέλεσμα να δημιουργεί τεράστια σύγχυση. 

Αυτό καθιστά την σύνταξη μιας έκθεσης  «ανάλωσης κεφαλαίου»  σύνθετο και ακανθώδες έργο, δεδομένου ότι πρόκειται για εργασία, όχι «αρχική» αλλά «συμπληρωματική-τροποποιητική»  με απαραίτητη, την ταυτόχρονα «νομική» ανάγνωση και επεξεργασία των δηλουμένων προς αποφυγήν σοβαρών εμπλοκών…

* Ο κ. Δημήτρης Τσαγκάρης είναι Οικονομολόγος ΜΑ-Φοροτέχνης Α’, Διευθύνων Σύμβουλος της FAO Economics AE

Πηγή: www.capital.gr