Απογραφή αποθεμάτων στα απλογραφικά βιβλία

Από το βιβλίο μας Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα Ανάλυση Ερμηνεία (σελ. 1376), παραθέτουμε τρία θέματα (29, 30, 32 του άρθρου 4) που καλύπτουν το ζήτημα της απογραφής των αποθεμάτων, τους υπόχρεους,τους απαλλασσόμενους, τον υπολογισμό του κόστους πωληθέντων και γενικά όσα πρέπει να γνωρίζουν οι λογιστές, οι εφοριακοί και η επιχείρηση για το θέμα αυτό.
29. Ποιοι έχουν υποχρέωση να διενεργούν απογραφή τέλους χρήσης. Υπόχρεοι τήρησης απλογραφικών βιβλίων

Οι διατάξεις του άρθρου 4, για την τήρηση αρχείων (βιβλίων) απογραφής (καταγραφής) και αποτίμησης (επιμέτρησης) καταλαμβάνουν κατ’ αρχήν όλες τις οντότητες. Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1, οι οποίες συντάσσουν μόνο Κατάσταση Αποτελεσμάτων και τηρούν απλογραφικά βιβλία (εσόδων-εξόδων) δύνανται, σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 30 των ΕΛΠ, να μην εφαρμόζουν τις παραγράφους 6 έως και 8 του άρθρου 4. Δηλαδή οι οντότητες αυτές δύνανται να μην τηρούν αρχεία για την απογραφή α) Λοιπών περιουσιακών στοιχείων, β) Λογαριασμών καθαρής θέσης, γ) Λογαριασμών υποχρεώσεων.

Αντίθετα υποχρεούνται να τηρούν:

α) Κατάσταση ή μητρώο παγίων περιουσιακών στοιχείων (υλικών και άυλων)

β) Αρχείο επενδύσεων σε χρεωστικούς τίτλους, τίτλους καθαρής θέσης και λοιπούς τίτλους.

γ) Αρχείο (βιβλίο ή κατάσταση) απογραφής και αποτίμησης ιδιόκτητων αποθεμάτων και αποθεμάτων τρίτων.

δ) Αρχείο περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα.

Ειδικά για την αποτίμηση αποθεμάτων τρίτων, βλέπε θέμα 17 (σ.σ. του άρθρου 4 του βιβλίου μας ΕΛΠ - Ανάλυση - Ερμηνεία).
30. Ποιοι υπόχρεοι απλογραφικών βιβλίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση απογραφής. Προϋποθέσεις. Υπολογισμός αξίας απογραφής

Σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 3 έως 6 του άρθρου 30, προκύπτουν τα εξής:

Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ) του άρθρου 1 που κάνουν χρήση της επιλογής της παρ. 8 του άρθρου 16, δηλαδή οι πολύ μικρές επιχειρήσεις που έχουν δικαίωμα και τηρούν απλογραφικά βιβλία (βιβλία εσόδων-εξόδων) έχουν τις ακόλουθες δυνατότητες:

30.1. Όταν ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών (ακαθάριστα έσοδα) δεν υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ από πωλήσεις αγαθών, δύνανται να μην διενεργούν απογραφή των αποθεμάτων τους και να αντιμετωπίζουν τις αγορές της περιόδου ως έξοδο στην κατάσταση αποτελεσμάτων (άρθρο 30 § 3). Στην περίπτωση αυτή δηλαδή, η απογραφή λογίζεται ως μηδενική. Το όριο, αν και είναι αυτονόητο, σημειώνουμε ότι αναφέρεται στα έσοδα από πωλήσεις της ίδιας της χρήσης.

Τονίζουμε ότι δεν λαμβάνεται το σύνολο των ακαθαρίστων εσόδων, αλλά μόνο τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών, π.χ. Εάν μία πολύ μικρή επιχείρηση έχει ακαθάριστα έσοδα από πωλήσεις αγαθών (εμπορευμάτων ή προϊόντων) 140.000 € και από παροχή υπηρεσιών 20.000 €, έχει δικαίωμα να μην διενεργήσει απογραφή, αφού δεν υπερέβει το οριζόμενο όριο από πωλήσεις αγαθών.

Αν η περίοδος (φορολογικό έτος) είναι μικρότερη του 12μήνου (π.χ. έναρξη κατά τη διάρκεια της περιόδου), ο κύκλος εργασιών για την υποχρέωση διενέργειας απογραφής αποθεμάτων υπολογίζεται με αναγωγή σε ετήσια βάση. Διευκρινίζεται ότι το χρονικό διάστημα ίσο ή μεγαλύτερο των (15) ημερών λογίζεται ως μήνας ενώ το χρονικό διάστημα που είναι μικρότερο των 15 ημερών δεν λαμβάνεται υπόψη.

Στην περίπτωση που η οντότητα λειτούργησε στην πρώτη ετήσια περίοδο για χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων μηνών, δεν γίνεται αναγωγή σε ετήσια βάση για το διάστημα αυτό. Σχετ. Εγκ. ΠΟΛ. 1003/2015 §30.3.2.

30.2. Οι οντότητες που επιλέγουν να διενεργήσουν απογραφή για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων μιας περιόδου, ενώ δεν διενεργούσαν, υποχρεούνται σε διενέργεια απογραφής για τις τρεις (3) τουλάχιστον επόμενες ετήσιες περιόδους (άρθρο 30 § 4). Παράδειγμα: Επιτηδευματίας με βιβλίο εσόδων-εξόδων επιλέγει να διενεργήσει απογραφή την 31/12/2015, αν και τα έσοδα από πωλήσεις αγαθών δεν υπερβαίνουν τα 150.000 €. Στη συνέχεια πλέον έχει υποχρέωση να διενεργήσει απογραφή για τρεις ακόμα χρήσεις, δηλαδή μέχρι 31/12/2018. Ουσιαστικά με την επιλογή αποκτά υποχρέωση για απογραφή για «ένα συν τρία» έτη.
Σημειώνουμε ότι με την παρ.30.02 της ΠΟΛ.1003/2015, ειδικά και μόνο όταν κατά την 31η Δεκεμβρίου 2014 η οντότητα διενεργεί προαιρετικά και για πρώτη φορά απογραφή αποθεμάτων, δεν υποχρεούται, να διενεργήσει απογραφή στις επόμενες τρεις περιόδους.

30.3. Όταν οι οντότητες αυτές επιλέγουν να διενεργήσουν φυσική απογραφή στο τέλος της περιόδου, ενώ δεν διενεργούσαν, για τον υπολογισμό του κόστους πωληθέντων της ίδιας περιόδου το απόθεμα έναρξης θεωρείται μηδέν (άρθρο 30 § 5). Δηλαδή, από τα ακαθάριστα έσοδα της ανωτέρω περιόδου θα ληφθούν υπόψη μόνο οι αγορές της περιόδου (μείον η απογραφή λήξης) για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων. Σημειώνεται ότι το σύνολο των αγορών των προηγούμενων χρήσεων έχει εκπέσει φορολογικά και συνεπώς δεν μπορεί να εκπέσει εκ νέου προσμετρούμενο στο απόθεμα έναρξης της νέας περιόδου. Σχετ. Εγκ. ΠΟΛ. 1003/2015 §30.5.1.

Παράδειγμα: Επιτηδευματίας με βιβλίο εσόδων-εξόδων με αγορές χρήσης 85.000 €, που δεν διενεργούσε νόμιμα απογραφή, επιλέγει να διενεργήσει απογραφή την 31/12/2016 και η αξία των αποθεμάτων του ανέρχεται σε 35.000 €. Ο υπολογισμός του κόστους πωληθέντων διενεργείται ως εξής: Απογραφή έναρξης, ορίζεται σε Μηδέν, συν αγορές 85.000, μείον απογραφή λήξης 35.000, άρα κόστος πωληθέντων 50.000 €
Το ίδιο θα συμβεί εκ των πραγμάτων για ένα απαλλασσόμενο και όταν θα υπερβεί το όριο των 150.000 € και θα υποχρεωθεί να διενεργήσει απογραφή, γιατί δεν θα έχει διενεργήσει απογραφή έναρξης και η προηγούμενη ταυτόχρονη απογραφή λήξης θεωρείται εκ του νόμου ως μηδενική.

30.4. Όταν οι οντότητες αυτές επιλέγουν σε μια περίοδο να παύσουν να διενεργούν φυσική απογραφή, ενώ διενεργούσαν, το απόθεμα τέλους της τελευταίας περιόδου δεν λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των αποτελεσμάτων της πρώτης περιόδου στην οποία δεν διενεργείται απογραφή (άρθρο 30 § 6).
Δηλαδή, στην πρώτη αυτή περίοδο στην οποία δεν διενεργείται απογραφή η οντότητα (και εφεξής) θα εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο τις αγορές της περιόδου για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων. Σχετ. Εγκ. ΠΟΛ. 1003/2015§30.6.1.

Παράδειγμα: Επιτηδευματίας με βιβλίο - εσόδων εξόδων με πωλήσεις αγαθών 95.000 και αγορές χρήσης 60.000 €, ενώ διενεργούσε απογραφή, νόμιμα επιλέγει την 31/12/2016, να μην διενεργήσει απογραφή. Η προηγούμενη αξία αποθέματος απογραφής στις 31/12/2015 ήταν 25.000 €. Ο υπολογισμός του κόστους πωληθέντων διενεργείται ως εξής: Απογραφή έναρξης, ορίζεται σε Μηδέν, δηλαδή εκ του νόμου αγνοείται το ποσό των 25.000 €, συν αγορές 60.000, μείον απογραφή λήξης Μηδέν, άρα κόστος πωληθέντων 60.000 €.
Εάν υποθέσουμε ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση διενεργούσε απογραφή την 31/12/2016 και είχε, κατά περίπτωση, αξία αποθέματος απογραφής:
α) 10.000 €, τότε θα είχε κόστος πωληθέντων 25.000 + 60.000 - 10.000 = 75.000 €
β) 40.000 €, τότε θα είχε κόστος πωληθέντων 25.000 + 60.000 - 40.000 = 45.000 €
Η απόφαση ανήκει βεβαίως στην επιχείρηση, πρέπει όμως να εκτιμήσει τη δεδομένη πραγματική κατάσταση, γιατί θα διαφοροποιηθούν από την επιλογή αυτή, τα φορολογητέα κέρδη της.

32. Απαλλασσόμενοι κλάδοι της υποχρέωσης φυσικής απογραφής από το 2015 και στο εξής, για τηρούντες βιβλίο Εσόδων Εξόδων

Παραθέτουμε ακολούθως το πλήρες κείμενο της απόφασης ΠΟΛ.1019/16-1-2015, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 30 των ΕΛΠ:

Απόφαση ΠΟΛ.1019/16-1-2015 (ΦΕΚ Β 221/17-2-2015).
«Άρθρο 1 (ΠΟΛ.1019/15)

1. Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου οντότητες που εμπίπτουν στην παράγραφο 2γ του άρθρου 1 του Ν. 4308/2014, όταν κατατάσσονται στην κατηγορία των πολύ μικρών οντοτήτων του άρθρου 2 του ιδίου νόμου και εκ του λόγου αυτού συντάσσουν μόνο Κατάσταση Αποτελεσμάτων (απλογραφικό λογιστικό σύστημα), δύνανται να μη διενεργούν φυσική απογραφή των αποθεμάτων τους στο τέλος της ετήσιας περιόδου (φορολογικό έτος) καθώς και να μην τηρούν το αρχείο της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 4308/2014.

2. Η δυνατότητα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου παρέχεται όταν η οντότητα έχει ως κύριο αντικείμενο των εργασιών της (άνω του 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών) μία από τις παρακάτω δραστηριότητες:
2.1. Εκμετάλλευση λατομείου (απλή εξόρυξη αργών λίθων επεξεργασία λατομικών προϊόντων).
2.2. Κατασκευή ή εμπορία σφραγίδων, επιγραφών, σημάτων.
2.3. Εκμετάλλευση τυπογραφείου γενικά.
2.4. Φωτογραφείο και εργαστήριο εμφανίσεως φίλμς − εκτυπώσεις φωτογραφιών γενικώς.
2.5. Εκδόσεις εφημερίδων και περιοδικών.
2.6. Βιβλιοδετείο.
2.7. Εργαστήριο φωτοτυπιών και πολυγραφήσεων.
2.8. Αρτοποιείο, πρατήριο άρτου, ειδών αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, εργαστήριο ζαχαροπλαστικής (πώληση σε ιδιώτες καταναλωτές, λιανική ή κυρίως λιανική).
2.9. Γαλακτοζαχαροπλαστείο και γαλακτοπώλης γενικά (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.10. Εμπορία ειδών διατροφής (παντοπωλείο, μίνι μάρκετ, σούπερ μάρκετ, κ.λπ., πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.11. Εμπορία νωπών και κατεψυγμένων ιχθύων (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.12. Οπωρολαχανοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.13. Εμπορία ρακών ή απορριμμάτων.
2.14. Εμπορία ψιλικών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.15. Πρακτορείο εφημερίδων και περιοδικών γενικά.
2.16. Ανθοπωλείο.
2.17. Εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, κέντρα διασκέδασης, μπαρ, καφετέριες, κυλικεία, αναψυκτήρια ή συναφείς δραστηριότητες, καθώς και οι αυτόματοι πωλητές συναφών ειδών.
2.18. Εμπορία ειδών βιβλιοπωλείου (πώληση χονδρική − λιανική).
2.19. Εμπορία ειδών χαρτοπωλείου (φάκελοι, γραφική ύλη, κ.λπ.), ειδών σχεδιάσεως και συναφών οργάνων (πώληση χονδρική − λιανική).
2.20. Εκδόσεις βιβλίων γενικά.
2.21. Παραγωγή ή εμπορία τυροπιτών, σάντουιτς και συναφών ειδών (πώληση χονδρική − λιανική).
2.22. Φαρμακείο.
2.23. Πωλήσεις ηλεκτρονικών ανταλλακτικών και εξαρτημάτων (χονδρική ή λιανική).
2.24. Υλικά ραπτικής και υποδηματοποιίας (χονδρική − λιανική).
2.25. Πωλήσεις σιδηρικών εργαλείων χειρός και ειδών κιγκαλερίας (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.26. Είδη υγιεινής διατροφής (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.27. Παλαιοσίδερα, σίδηρος και παλαιά μέταλλα (σκραπ).
2.28. Μεταχειρισμένα ανταλλακτικά αυτοκινήτων και λοιπών αυτοκινούμενων μηχανημάτων (που αγοράζονται με το βάρος). Σε περίπτωση σύνταξης απογραφής των ειδών αυτών, αυτή δύναται να διενεργείται με το βάρος και όχι κατ’ είδος.
2.29. Εμπορία ψιλικών και ζαχαρωδών προϊόντων (πώληση χονδρική − λιανική).
2.30. Εμπορία παλαιών γραμματοσήμων και συναφών.
2.31. Εμπορία ψιλικών − κλωστικών ραφής και πλεξίματος, νημάτων, εργόχειρων, κεντημάτων και συναφών ειδών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.32. Αγρότες (ειδικού και κανονικού καθεστώτος Φ.Π.Α.) και αγροτικές εκμεταλλεύσεις.
2.33. Παλαιοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.34. Εμπορία μεταχειρισμένων ειδών ένδυσης και υφασμάτων λαϊκής κατανάλωσης (που αγοράζονται ή πωλούνται με το βάρος).
2.35. Εμπορία ψευδοκοσμημάτων γενικά (πώληση λιανική ή χονδρική).
2.36. Εμπορία αγαθών που προέρχονται από πλειστηριασμούς.
2.37. Πρατήρια καπνοβιομηχανικών προϊόντων (πώληση χονδρική).
2.38. Εμπορία ωδικών πτηνών, μικρών ζώων, τροφών και εξαρτημάτων αυτών, διακοσμητικών ψαριών, πτηνών, ζώων και συναφών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.39. Εμπορία χρωμάτων βερνικιών στόκων και λοιπών συναφών (λιανικώς ή κυρίως λιανικώς).
2.40. Κτηνιατρικά φαρμακεία.
2.41. Κρεοπώλες (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).
2.42. Εκμεταλλευτής περιπτέρου.
2.43. Πωλήσεις οπωρολαχανικών, νωπών αλιευμάτων και λοιπών αγροτικών προϊόντων αποκλειστικά στις κινητές λαϊκές αγορές ή πλανοδίως, καθώς και ο αγρότης που πωλεί τα προϊόντα παραγωγής του από λαϊκές αγορές.

3. Μια οντότητα θεωρείται ότι πωλεί κυρίως λιανικά (κυρίως λιανική πώληση) όταν οι πωλήσεις σε ιδιώτες καταναλωτές υπερβαίνουν το 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών.

Άρθρο 2 (ΠΟΛ.1019/2015)

1. Η πολύ μικρή οντότητα, βάσει της παραγράφου 2γ του άρθρου 1 του Ν.4308/2014 και της παραγράφου 11 του άρθρου 30 του ίδιου νόμου, που συντάσσει μόνο Κατάσταση Αποτελεσμάτων (απλογραφικό λογιστικό σύστημα) και έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία (πρατήριο) υγρών καυσίμων ή/και πετρελαίου θέρμανσης, προσδιορίζει τα αποθέματά της βάσει του συστήματος εισροών - εκροών.
2. Η οντότητα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που πωλεί, πέραν των υγρών καυσίμων και του πετρελαίου θέρμανσης, λιπαντικά ή και τσιγάρα, δύναται να μη διενεργεί απογραφή αυτών των ειδών όταν ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών εξ’ αυτών των αγαθών (λιπαντικά και τσιγάρα) δεν υπερβαίνει το ποσό της παραγράφου 3 του άρθρου 30 του νόμου 4308/2014 (150.000 ευρώ).
3. Όταν η οντότητα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου διατηρεί και άλλη δραστηριότητα πώλησης αγαθών, πέραν των αναφερόμενων αγαθών στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η άλλη δραστηριότητα κρίνεται αυτοτελώς σε ότι αφορά τη διενέργεια απογραφής αποθεμάτων. Συγκεκριμένα, η οντότητα αυτή δύναται να μη διενεργεί φυσική απογραφή για τα αγαθά της εν λόγω δραστηριότητας, όταν ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών της δραστηριότητας αυτής δεν υπερβαίνει το ποσό της παραγράφου 3 του άρθρου 30 του νόμου 4308/2014 (150.000 ευρώ).
4. Η οντότητα του παρόντος άρθρου δεν εμπίπτει στις ρυθμίσεις του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3 (ΠΟΛ.1019/2015)

Η παρούσα ισχύει για το φορολογικό έτος (περίοδο) 2015 και εφεξής.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (ΦΕΚ Β 221/17-2-2015)»

http://www.forin.gr/