Αποτελεί ένα μόνιμο πρόβλημα, για πλήθος φορολογουμένων, η περίπτωση κατά την οποία, το ύψος των τεκμηρίων (διαβίωσης και κτήσης, όπως ήταν η προηγούμενη ονομασία τους), υπερβαίνει το άθροισμα των πραγματικών εισοδημάτων τους, κυρίως δε μετά την κατάργηση του περιθωρίου του 20%, μεταξύ τεκμαρτής δαπάνης και εισοδήματος 1.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για το 2013 (άρθρο 19 του Ν 2238/1994 ), η διαφορά του εισοδήματος που δηλώθηκε από τον φορολογούμενο, ή από την σύζυγό του, ή ακόμη και από τα πρόσωπα που τυχόν τους βαρύνουν και της συνολικής ετήσιας δαπάνης τους (αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίας, συν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, άρθρα 16 και 17 του ως άνω «παλαιού» ΚΦΕ), προσαυξάνει το εισόδημα της πηγής, που δηλώνεται κατά το ίδιο οικονομικό έτος και που αντιπροσωπεύει τα μεγαλύτερα εισοδήματα.
Αν δε, δεν δηλώνεται εισόδημα από καμία κατηγορία, η διαφορά αυτή λογίζεται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. Η διάταξη αυτή τέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν 4110/2013
Ασφαλώς, εννοείται ότι αυτό θα συμβεί, αν ο φορολογούμενος δεν «καταφέρει», για διάφορους λόγους, να επικαλεστεί χρηματικά ποσά, τα οποία θα πρέπει να αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά στοιχεία και με τα οποία θα καλύπτεται ή θα περιορίζεται η διαφορά που προκύπτει (ανάλωση κεφαλαίου κ.λπ.). Το σημαντικό είναι ότι αφού η διαφορά αυτή (αν δεν καλυφτεί), θα ενταχθεί στις μισθωτές υπηρεσίες, δεν θα προκύψει υπολογισμός προκαταβολής φόρου επόμενης χρήσης.
Ασφαλώς, εννοείται ότι αυτό θα συμβεί, αν ο φορολογούμενος δεν «καταφέρει», για διάφορους λόγους, να επικαλεστεί χρηματικά ποσά, τα οποία θα πρέπει να αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά στοιχεία και με τα οποία θα καλύπτεται ή θα περιορίζεται η διαφορά που προκύπτει (ανάλωση κεφαλαίου κ.λπ.). Το σημαντικό είναι ότι αφού η διαφορά αυτή (αν δεν καλυφτεί), θα ενταχθεί στις μισθωτές υπηρεσίες, δεν θα προκύψει υπολογισμός προκαταβολής φόρου επόμενης χρήσης.
Παράδειγμα
Μισθωτός, δεν έχει την δυνατότητα να καλύψει τις αντικειμενικές του δαπάνες με το πραγματικό του εισόδημα, ενώ δεν μπορεί να επικαλεστεί εισοδήματα παλαιοτέρων ετών (ανάλωση κεφαλαίου). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η προστιθέμενη διαφορά των τεκμηρίων, θα λογιστεί ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και δεν θα υπολογιστεί προκαταβολή φόρου.
Μισθωτός, δεν έχει την δυνατότητα να καλύψει τις αντικειμενικές του δαπάνες με το πραγματικό του εισόδημα, ενώ δεν μπορεί να επικαλεστεί εισοδήματα παλαιοτέρων ετών (ανάλωση κεφαλαίου). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η προστιθέμενη διαφορά των τεκμηρίων, θα λογιστεί ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και δεν θα υπολογιστεί προκαταβολή φόρου.
Τι θα ισχύσει για το φορολογικό έτος 2014, σύμφωνα με τον «νέο» ΚΦΕ (Ν 4172/2013 ). Υπενθυμίζουμε ότι και για το 2014, έχουν εφαρμογή τα τεκμήρια ως αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες, καθώς και ως δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, στο πλαίσιο του εναλλακτικού τρόπου φορολόγησης των εισοδημάτων (Κεφάλαιο Δ, άρθρα 30 έως 34 του Ν 4172/2013 ).
Βάσει των διατάξεων αυτών, η διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος, προσδιορίζεται από την Φορολογική Διοίκηση κατά το ίδιο φορολογικό έτος και φορολογείται, σύμφωνα με τα παρακάτω:
1. Ως εισόδημα από μισθωτή εργασία, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από αυτή την πηγή, ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από αυτή την πηγή. Με τον ίδιο τρόπο θα αντιμετωπίζεται και η περίπτωση, κατά την οποία ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ.
2. Ως κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα, ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία. Στην περίπτωση αυτή θα υπολογίζεται και προκαταβολή φόρου.
http://epixeirisi.gr/